Η κοιλάδα - ρεματιά της Λιγώνας, σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες, ήταν από την αρχαιότητα μια από τις πιο εύφορες περιοχές της βορειοδυτικής Λέσβου. Εδώ εγκαταστάθηκε γύρω στα 1870 η γιαγιά του παππού μου, η Κλεοπάτρα Μανδάνη, όταν παντρεύτηκε τον γαιοκτήμονα Λευτέρη Μανδάνη. Ήταν κόρη του Χιώτη* και είχε στην ιδιοκτησία της έναν υδρόμυλο (τον οποίο δούλευε η ίδια), και είναι ο πιο καλοδιατηρημένος της περιοχής. Σήμερα ανήκει στον Δημήτρη Μανδάνη και είναι γνωστός με την ονομασία "ο μύλος της Πάτρας" (φωτο. 1).
Οι υδρόμυλοι στη Λέσβο συναντώνται κατά ομάδες μέσα σε κοιλάδες και σε άλλα μέρη. Στη Λιγώνα εντοπίζεται ο πρώτος υδρόμυλος κοντά στις νερομάνες. Οι επόμενοι είναι χτισμένοι μέσα στη μαγευτική ρεματιά κάθετα στη διαδρομή του νερού, του οποίου σώζεται μεγάλο μέρος. Πρόκειται για ένα σύστημα εκμετάλλευσης του νερού που έδινε ενέργεια σε δεκαοκτώ υδρόμυλους, για να καταλήξει σε άρδευση του κάμπου και ύδρευση του οικισμού.
Έως την αρχή χρήσης της ατμομηχανής, η υδρενέργεια ήταν η μόνη πηγή παραγωγής ενέργειας εκτός της αιολικής. Το σύστημα αυτό της κατανομής του νερού ήταν πάντοτε η αφορμή για οξείες προστριβές ανάμεσα στους μυλωνάδες, αλλά και καμιά φορά και με τους αγρότες της περιοχής της Λιγώνας, που το χρησιμοποιούσαν για άρδευση. Οι προστριβές έφταναν συχνά μέχρι τα καφενεία των γύρω χωριών όπως της Πέτρας, του Βαφειού και της Στύψης, και αποτελούσαν την είδηση της ημέρας. Η παρέμβαση του χωροφύλακα ήταν ημερήσια διάταξη.
* Ονομαζόταν Χιώτης επειδή ήρθε στη Λέσβο από την Χίο, το 1822. Ήταν εκείνη η χρονιά όταν έγινε η σφαγή της Χίου και ο τουρκικός στόλος κατάστρεφε και έκαιγε τα πάντα για σαράντα μέρες (από τις 22 Μαρτίου), προσπαθώντας να παραδειγματίσει τους υπόλοιπους Έλληνες. Η μητέρα του τον έστειλε στη Λέσβο όταν εκείνος ήταν ακόμη βρέφος, για να τον γλιτώσει από σίγουρο θάνατο. Από τότε πήρε το όνομα "Χιώτης" και ακόμη σήμερα στη Στύψη, αλλά και στο Υψηλομέτωπο, υπάρχουν απόγονοί του με το επίθετο Χίου ή Χιώτης.