Με αφορμή τη συζήτηση που είχαμε τις προάλλες με την Ειρήνη, για τον Γιώργο Σεφέρη και τον μεγάλο έρωτα που έζησε με την Μαρώ, παραθέτω το παρακάτω γράμμα που είχε γράψει ο ποιητής στην αγαπημένη του, τον Σεπτέμβριο του 1940. Η Ειρήνη είχε γνωρίσει την Μαρώ στη Κύπρο πολλά χρόνια αργότερα. "Ήταν ένας μεγάλος έρωτας, από τους σπάνιους, που κρατάνε για πάντα", λέει η φίλη μου. Και πράγματι, όταν διάβασα το βιβλίο του Σεφέρη "Γράμματα στη Μαρώ", διαπίστωσα ακριβώς το ίδιο.
Το 1935 ο Γ. Σεφέρης ήταν 35 ετών όταν είδε για πρώτη φορά την Μαρώ, σε μια εκδρομή στο Σούνιο. Οι επίσημες ωστόσο συστάσεις έγιναν σε μια εσπερίδα, στις αρχές του 1936. Ο έρωτας δεν άργησε να έρθει...
Τίποτα δεν αγριεύει τη φλόγα του έρωτα περισσότερο από τη δυσφορία του οικογενειακού περιβάλλοντος των ερωτευμένων. Ούτε οι νουθεσίες του Στυλιανού Σεφεριάδη (πατέρας του ποιητή), ούτε οι οργίλες συστάσεις του Αντρέα Λόντου (συζυγος της Μαρώς), είχαν κατασταλτικά αποτελέσματα, όταν έμαθαν για την σχέση του παράνομου ζευγαριού.
Όνειρα θολερά, σκοτοδίνες αλλόκοτες και αδιαθεσίες βασανίζουν για μήνες τη γυναίκα που σήκωσε το βάρος της ευθύνης του χωρισμού. Ο ποιητής φεύγει για λίγες μέρες διακοπές στο Πήλιο, ξαναγυρίζει στην Κορυτσά, σκίζει τα γράμματα που είχε λάβει ως τότε από την αγαπημένη του και βυθίζεται στη σιωπή.
Το Φθινόπωρο του ίδιου χρόνου τα πράγματα αλλάζουν. Το πείσμα του Αντρέα Λόντου έχει μαλακώσει και η Μαρώ είναι ελεύθερη από ουσιαστικές και τυπικές δεσμεύσεις. Τον Απρίλιο του 1941 επισημοποιείται η σχέση του Σεφέρη και της Μαρώς, λίγο πριν αναχωρίσουν για την Αίγυπτο.
Αθήνα, Κυριακή πρωί
29 Σεπτεμβρίου, 1940
Μόλις πήρα το πρωινό μου και διάβασα το γράμμα σου. Ανάσανα που ξέρω πως έρχεσαι την Παρασκευή. Δεν ξέρεις πως σε περιμένω. Γιατί αυτές τις μέρες σ' έχω φρικτά επιθυμήσει. Τι τα θέλεις, σε στερήθηκα όλο το καλοκαίρι και γιατί ήσουν μακριά μου και γιατί ίσως, μ' όλες αυτές τις ανόητες ιστορίες, κι όταν ήσουν ακόμα κοντά μου, δεν σε είχα όπως ήθελα.
Όλο μου το σώμα πονεί από επιθυμία. Σκέφτομαι πως μπορεί να σε κρατήσω γυμνή πάνω μου και όλα χάνουνται, όπου και να βρίσκομαι, ό,τι και να κάνω. Είναι αστείο κάποτε να βλέπω τον εαυτό μου σαν έναν υπνοβάτη ή σαν έναν τυφλό που σε ψάχνει με τις παλάμες απλωμένες και με τα μάτια κλειστά. Είμαι ελεεινά καυλωμένος, χρυσό, και δε σκέφτομαι τίποτε άλλο παρά πως θα σε γαμήσω ατελείωτα μια ολόκληρη νύχτα.
Και δεν μπορώ να σου το πω αλλιώς.
Γιώργος
Υ.Γ. Γράψε μου δυο λόγια μόλις λάβεις το γράμμα.
Και μην ξεχνάς να γράφεις σωστά τη διεύθυνση μου.