Πέμπτη 5 Φεβρουαρίου 2009

Αλκυόνη


Μικρή μου Αλκυόνη, άργησα να καταλάβω τη μικρή και μελαγχολική σου ζωή.

Τυχαία έμαθα τούτη τη λεπτομέρεια, ότι κάποτε έπεσες σε σφάλμα.
Καυχήθηκες, λέει, πόσο ευτυχισμένη ήσουν με τον άντρα σου τον Κήυκα και αυτοαποκαλούσασταν Ζευς και Ήρα.

Τόσο πολύ οργίστηκε ο Δίας με αυτή σας την ασέβειά που σας μεταμόρφωσε, εσένα σε ψαροπούλι και τον Κήυκα σε όρνιο.

Έτσι καταδικάστηκες να σκάβεις βαθιές τρύπες στις όχθες των ποταμών για τη φωλιά σου, κόρη του Ανέμου, και να τρέχεις απελπισμένη από δω και από κει στις ερημιές για να βρεις το αγαπημένο σου ταίρι.

Καταδικάστηκες να σε συντροφεύει η δυστυχία, γιατί αντίθετα από τα άλλα πουλιά που γεννούν και κλωσούν τα αυγά τους την άνοιξη, εσύ γεννάς μέσα στη βαρυχειμωνιά, και τα μανιασμένα κύματα της θαλάσσας άρπαζαν τα αυγά σου, και έκλαιγες σπαραχτικά, φωνάζοντας…

"Ζεεεε (υ) …."

Ώσπου κάποια στιγμή, ο θεός που τόσο σκληρά σε είχε τιμωρήσει, σε λυπήθηκε, και διέταξε τη θάλασσα και τους ανέμους να ησυχάσουν για δύο βδομάδες μέσα στο Γενάρη, για όσες μέρες δηλαδή κλωσάς τα αυγά σου.

Έτσι αυτές οι μέρες ονομάστηκαν αλκυονίδες μέρες.

Όμως τον αγαπημένο σου Κήυκα δεν ξανασυνάντησες ποτέ, και πίσω από τις εκβολές τών ποταμών και τις πυκνές καλαμιές ακόμα τον περιμένεις, και με την αισθητή και διαπεραστική φωνή σου κάθε τόσο τον καλείς να γυρίσει πίσω…

"ζεεεε…."