Λεπέτυμνος
Κάποτε σκαρφάλωσα σε ένα βουνό.
Ήταν το ψηλότερο που είχα δει ως τότε στη ζωή μου.
Από ένα τόσο ψηλό βουνό, σκέφτηκα, σίγουρα θα μπορούσα να σε δω, όμως το μόνο που αντίκρισα ήταν οι ίδιες με βελόνες μυτερές κορφές των βράχων.
Τότε αποφάσισα να παίξω ένα παιχνίδι.
Έβαλα τις παλάμες μου σε σχήμα χωνιού στο στόμα και φώναξα όσο πιο δυνατά μπορούσα:
"Είσαι εκεί;"
Και συνέβη κάτι που δεν θα ξεχάσω ποτέ...
Απέναντί μου, μέσα στην άκρα σιωπή, πρόβαλε μια όμορφη κόρη, και βάζοντας κι αυτή τα χέρια της γύρω στο στόμα, απάντησε τρεις φορές, με παρατεταμένη, καθαρή φωνή:
"Είσαι εκεί… είσαι εκεί… είσαι εκεί;"
Αργότερα, έμαθα ότι ήταν μια παρθένα, που την είχαν αναθρέψει οι Νύμφες, και οι Μούσες της είχαν διδάξει την τέχνη του τραγουδιού, του αυλού και της σύριγγας. Αγαπούσε, λέει, τη μοναξιά και απέφευγε τη συντροφιά των θεών και των ανθρώπων, καθώς και τον ερώτά τους.
Ώσπου μία μέρα, σε μία περιπλάνηση της στα δάση είδε και ερωτεύτηκε παράφορα το Νάρκισσο. Εκείνος όμως την περιφρόνησε, γιατί ήταν ήδη ερωτευμένος... με τον εαυτό του.
Τότε εκείνη κρύφτηκε στις έρημες σπηλιές όπου ο πόνος και το πείσμα έλιωναν το σώμα της και εξάτμιζαν το αίμα της, και μόνο η φωνή της διατηρήθηκε καλά, που και αυτή ακόμα ακούγεται σαν επαναλήψη λέξεων άλλων…